Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2018

Μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου

Τα ειρωνικά χαμόγελα του Γερμανού υπουργού Εξωτερικών Χάικο Μάας ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ εκφωνούσε την ομιλία του στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ εξέφρασαν ανάγλυφα το πώς βλέπει σήμερα η Ευρώπη τη σχέση της με τις ΗΠΑ. Το περιφρονητικό ύφος του Μάας ήταν η τελευταία μιας σειράς εξελίξεων που δείχνουν ότι η σχέση ΗΠΑ-Ε.Ε. αλλάζει ριζικά.  Η πιο σημαντική εξέλιξη κατά τη διάρκεια της Γενικής Συνέλευσης ήταν η ανακοίνωση της Ε.Ε. ότι θα δημιουργήσει μαζί με την Κίνα και τη Ρωσία ένα σύστημα πληρωμών που θα επιτρέψει στο Ιράν να συναλλάσσεται διεθνώς, παρά τις κυρώσεις που οι ΗΠΑ επιβάλλουν, σε χώρες και εταιρείες που θέλουν να επενδύσουν στο Ιράν. Η Ε.Ε. προσπαθεί έτσι να διασώσει τη συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν, την οποία θεωρεί εμβληματική του τρόπου λειτουργίας του διεθνούς συστήματος πολυμερούς διπλωματίας που βρίσκεται στο στόχαστρο του Τραμπ.
Ακόμα όμως και αν οι στόχοι της Ε.Ε. είναι ιδεαλιστικοί -η διάσωση του παγκόσμιου πολυμερούς συστήματος από τον Τραμπ- οι στρατηγικές συνέπειες αυτής της κίνησης δεν πρέπει να παραβλέπονται. Ουσιαστικά πρόκειται για μια ακόμα περίπτωση ευθυγράμμισης της Ευρώπης με την Κίνα, μια διαδικασία που ξεκίνησε αμέσως μετά την εκλογή Τραμπ και τη θριαμβευτική από κοινού αναγόρευση του Σι Τζινπίνγκ και της Άγκελα Μέρκελ σε «πυλώνες της πολυμερούς διεθνούς τάξης» στο Νταβός.
Ο εμπορικός πόλεμος που έχει εξαπολύσει ο Τραμπ εναντίον της Κίνας, ο οποίος αναδεικνύει σιγά-σιγά τις ανισορροπίες της κινεζικής οικονομίας, και οι απειλές για την εφαρμογή δασμών στο διατλαντικό εμπόριο είχαν ήδη επιφέρει την προσέγγιση των δυο δυνάμεων σε μια ατζέντα διάσωσης του ανοιχτού διεθνούς οικονομικού συστήματος. Η πρωτοβουλία τους για τη διάσωση της συμφωνίας με το Ιράν δείχνει ότι η Ε.Ε. είναι έτοιμη να συνεργαστεί με την Κίνα και σε τομείς πέραν της οικονομίας.
Για την Ε.Ε. η διαχείριση των διεθνών προβλημάτων στη βάση του διεθνούς δικαίου, της πολυμερούς διπλωματίας και των θεσμικών διαδικασιών παγκόσμιας διακυβέρνησης είναι αξία μεγαλύτερη από τη διατλαντική σχέση. Είναι όμως η Ε.Ε. έτοιμη να παίξει έναν διακριτό διεθνή ρόλο τώρα που αυτές οι δυο θεμελιώδεις αξίες της εξωτερικής της πολιτικής βρίσκονται σε σύγκρουση;
Το πρώτο πρόβλημα αφορά τους συμμάχους της Ε.Ε. Για να διασώσει τη συμφωνία με το Ιράν η Ε.Ε. διαπραγματεύτηκε με τρία αυταρχικά καθεστώτα -Κίνα, Ρωσία, Ιράν-, τα οποία το καθένα με τον δικό του τρόπο έχουν διασαλεύσει στο παρελθόν την παγκόσμια τάξη, ενώ όλα αντιμετωπίζουν κατηγορίες για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο εσωτερικό τους. Η Ε.Ε. αποδεικνύεται έτσι εξίσου ικανή στο να συνάπτει συμφωνίες με τέτοιου είδους καθεστώτα με τον Τραμπ, που τόσο κατηγορήθηκε για τις συναντήσεις του με τους Βλαντιμίρ Πούτιν και Κιμ Γιονγκ Ουν.
Κάποιες αρχικές εκτιμήσεις αμέσως μετά την εκλογή Τραμπ μιλούσαν για μια φιλελεύθερη δημοκρατική συμμαχία της Ε.Ε. με χώρες όπως ο Καναδάς, η Ιαπωνία και η Ν. Κορέα υπέρ της πολυμέρειας και του ελεύθερου εμπορίου. Η παγκόσμια έννομη τάξη όμως πρέπει και να μπορεί να αντιμετωπίζει προκλήσεις ασφαλείας. Αν οι ΗΠΑ δεν θέλουν πια να παίζουν τον ρόλο του στρατιωτικού εγγυητή της διεθνούς σταθερότητας, οι μοναδικοί άλλοι δρώντες που μπορούν να το κάνουν είναι δυνάμεις όπως η Ρωσία και η Κίνα. Με δεδομένη όμως την επιθετικότητα της Ρωσίας στον στρατηγικό περίγυρο της Ε.Ε. -Ανατολική Ευρώπη, Μέση Ανατολή- και τη ραγδαία οικονομική και πολιτική διείσδυση της Κίνας στα Βαλκάνια και τη Μεσόγειο, θα ήταν σώφρον για την Ε.Ε. να θεωρήσει αυτές τις δυο χώρες αξιόπιστους εταίρους;
Το δεύτερο ερώτημα αφορά την εσωτερική ετοιμότητα της Ε.Ε. να παίξει έναν πιο ανεξάρτητο διεθνή ρόλο. Υπό μια έννοια, η διάσωση της διεθνούς πολυμέρειας αποτελεί μονόδρομο για την Ε.Ε. Η ίδια αποτελεί άλλωστε ένα πολύπλοκο σύστημα νομικής και πολιτικής διακυβέρνησης με υπερεθνικά χαρακτηριστικά. Δεν θα μπορούσε επομένως παρά να αντισταθεί στη μετατροπή της διεθνούς τάξης σε ένα σύστημα διακυβερνητικής διπλωματίας μεταξύ εθνικών κρατών τη στιγμή που η ίδια αντιμετωπίζει τον ίδιο κίνδυνο στο εσωτερικό της από εθνικιστικά κόμματα και κυβερνήσεις. 
Από εκεί και πέρα, όμως, είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν η Ε.Ε. διαθέτει την ισχύ να παίξει τον ρόλο του πυλώνα του διεθνούς θεσμικού οικοδομήματος. Το σχέδιο δημιουργίας ενός εναλλακτικού συστήματος πληρωμών για το Ιράν είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Ουσιαστικά αποτελεί προέκταση της ατζέντας προώθησης του ευρώ ως διεθνούς νομισματικού μέσου συναλλαγών και αποταμίευσης εις βάρος του δολαρίου, ένας στόχος που η Ε.Ε. επιδίωκε από τα χρόνια δημιουργίας του ευρώ, υποχώρησε στα χρόνια της ευρω-κρίσης, αλλά αναβιώνει ξανά σήμερα λόγω του Τραμπ. 
Μπορεί το ευρώ να παίξει έναν τέτοιο ρόλο; Η κυριαρχία του δολαρίου ως παγκόσμιο μέσο συναλλαγής δεν στηρίζεται μόνο στο οικονομικό μέγεθος των ΗΠΑ, το οποίο μειώνεται σταθερά σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο τις τελευταίες δυο δεκαετίες, αλλά και στο ότι από πίσω του υπάρχει ένα ενιαίο πολιτικό σύστημα με κεντρικό προϋπολογισμό και τεράστια στρατιωτική ισχύ. Στην Ευρώπη η συζήτηση για το ευρώ ακόμα αφορά ζητήματα όπως η τραπεζική ένωση και η ασφάλιση των καταθέσεων - ούτε λόγος για κοινά ομόλογα, κοινό προϋπολογισμό ή σοβαρές επενδύσεις στον στρατιωτικό τομέα, όπου οι περισσότερες χώρες της Ε.Ε. θα ήταν στρατιωτικά πλήρως ανυπεράσπιστες χωρίς τη ΝΑΤΟϊκή ομπρέλα.
Κατά σύμπτωση, βασικό εμπόδιο σε αυτήν την ατζέντα εσωτερικής νομισματικής και στρατιωτικής ισχυροποίησης της Ε.Ε. στέκεται, με την απροθυμία, εσωστρέφεια και αναβλητικότητά της, η χώρα που εκπροσωπεί ο είρωνας κύριος Μάας: η Γερμανία. 
Από τη Γερμανία εξαρτάται σε τελική ανάλυση κατά πόσο η Ε.Ε. τελικά θα αναδειχτεί σε έναν ανεξάρτητο διεθνή δρώντα ή απλά θα ανταλλάξει τον ρόλο του υποδεέστερου εταίρου της διατλαντικής σχέσης με αυτόν του υποδεέστερου εταίρου μιας ανερχόμενης ευρασιατικής συνεργασίας. Οι μέχρι στιγμής βεβιασμένες κινήσεις της Ε.Ε. δείχνουν ότι οι προϋποθέσεις, συνέπειες και κίνδυνοι του νέου εγχειρήματος δεν έχουν αποτιμηθεί πλήρως

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου